- ρακινικός
- -ή, -ό, Ν [Ρακίνας]1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον διάσημο Γάλλο δραματικό ποιητή τού 17ου αιώνα Ρακίνα2. (το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.) ο οπαδός ή θαυμαστής ή και μιμητής τού παραπάνω ποιητή.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.